ἀπορροῆς

ἀπορροῆς
ἀπορροή
flowing off
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ἀπορρόης — ἀπορρόη fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λεκάνη — Πλατύ ανοιχτό δοχείο, συνήθως κυκλικού σχήματος, το οποίο χρησιμοποιείται για το πλύσιμο και άλλες οικιακές ανάγκες· πεδιάδα που περιβάλλεται από βουνά ή κλειστή θάλασσα· το κατώτερο τμήμα του ανθρώπινου κορμιού, η πύελος. Λ. ονομάζεται και η… …   Dictionary of Greek

  • ρήνος — (Rhein γερμανικά, Rhin γαλλικά, Rijn ολλανδικά). Ποταμός της κεντρικής Ευρώπης, που έχει συνολικό μήκος 1326 χλμ. και λεκάνη απορροής 225.000 τ. χλμ. Ο Ρ. είναι ένας από τους μεγαλύτερους και σημαντικότερους ποταμούς της Ευρώπης, φορέας… …   Dictionary of Greek

  • υδρογραφικός — ή, ό, Ν 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην υδρογραφία («υδρογραφική υπηρεσία») 2. φρ. α) «υδρογραφική ανάλυση» (γεωμορφ.) η μελέτη τών αμοιβαίων σχέσεων μεταξύ τής παροχής ενός ποταμού, τών κλιματικών και γεωλογικών μεταβλητών και ορισμένων… …   Dictionary of Greek

  • Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… …   Dictionary of Greek

  • Μισισιπής — (Mississippi). Υδρογραφικό σύστημα (συνολικό μήκος 5.970 χλμ., λαμβανόμενο από την πιο απομακρυσμένη πηγή του Μισούρι, τη Ρεντ Ροκ Τζέφερσον). Σχηματίζεται από τον μέσο και κατώτερο ρου του Μισισιπή και από τον ρου του Μισούρι, του μεγαλύτερου… …   Dictionary of Greek

  • Αχελώος — I Θεός των ποταμών, γιος του Ωκεανού και της Τηθύος ή Γαίας, που το όνομά του πήρε ο ποταμός της Αιτωλοακαρνανίας. Λατρευόταν σε πολλά μέρη της Ελλάδας και ιδιαίτερα στην Ακαρνανία, όπου τελούνταν αγώνες στον Ωρωπό, στα Μέγαρα, όπου είχαν στηθεί… …   Dictionary of Greek

  • ροδανός — I (Rhτne γαλλικά). Ποταμός της κεντρικής Ευρώπης, που εκβάλλει στον Κόλπο του Λέοντα (Μεσόγειος θάλασσα). Με τον ρου του (812 χλμ.) διασχίζει τη νότια Ελβετία και τη νοτιοανατολική Γαλλία και έχει λεκάνη απορροής 99.000 χλμ., από τα οποία 90.000… …   Dictionary of Greek

  • υδρογράφημα — το, Ν (υδρολ.) γραφική παράσταση τής άμεσης απορροής που προκαλείται από μια ίντσα έντονης βροχόπτωσης η οποία είναι ομοιόμορφα κατανεμημένη πάνω σε ολόκληρη την επιφάνεια μιας λεκάνης απορροής και πέφτει με ομοιόμορφο ρυθμό στη διάρκεια μιας… …   Dictionary of Greek

  • Έβρος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του βασιλιά της Θράκης Κάσσανδρου. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Έ. συκοφαντήθηκε από τη μητριά του στον πατέρα του ότι επιχείρησε να τη βιάσει και αναγκάστηκε, για να αποφύγει την τιμωρία, να πέσει στα νερά του ποταμού… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”